K-Mart express - translation to ολλανδικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

K-Mart express - translation to ολλανδικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
MART; Mart (disambiguation); MART (disambiguation)

K-Mart express      
n. (Slang) waardeloze hoer
express letter         
  • Express Mail Service (EMS) service logo
  • EMS SpeedPost from India
ACCELERATED MAIL DELIVERY SERVICE
Express Mail Service; Express Mail(USPS); Express delivery; Express courier; Overnight mail; Express Mail (USPS); Express Mail; SpeedPost; Speedpost; Next-day; Next day; GXG; EMS International; Courier (express mail); Speed Post; Express mail service; Express letter
expres brief, dringende brief
express mail         
  • Express Mail Service (EMS) service logo
  • EMS SpeedPost from India
ACCELERATED MAIL DELIVERY SERVICE
Express Mail Service; Express Mail(USPS); Express delivery; Express courier; Overnight mail; Express Mail (USPS); Express Mail; SpeedPost; Speedpost; Next-day; Next day; GXG; EMS International; Courier (express mail); Speed Post; Express mail service; Express letter
post per expresse

Ορισμός

mart
(marts)
A mart is a place such as a market where things are bought and sold. (AM)
...the flower mart.
N-COUNT: oft n N

Βικιπαίδεια

Mart

Mart may refer to:

  • Mart, or marketplace, a location where people regularly gather for the purchase and sale of provisions, livestock, and other goods
  • Mart (broadcaster), a local broadcasting station in Amsterdam
  • Mart (given name)
  • Mart., taxonomic author abbreviation for Carl Friedrich Philipp von Martius (1794–1868), German botanist
  • Mart (Syriac), Syriac title for women saints
  • Mart, Texas, a community in the United States
  • Data mart, an approach to handling big data